Ο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1898 – 1959) υπήρξε μεγάλη σύγχρονη μορφή του Αγίου Όρους. Στον Γέροντα αυτόν οφείλεται η πνευματική αναγέννηση και επάνδρωση έξι Μονών του Αγίου Όρους και πολλών άλλων γυναικείων αδελφοτήτων σε όλο τον Ελληνικό χώρο.
Γεννήθηκε στο χωριό Λεύκες της Πάρου. Οι γονείς του ήταν πτωχοί. Ο πατέρας του, που ονομάζοταν Γεώργιος πέθανε πολύ νωρίς και η μητέρα του ανέλαβε την προστασία όλης της οικογένειας. Ο Γέροντας, που το κοσμικό του όνομα ήταν Φραγκίσκος, παρέμεινε στο χωριό του μέχρι την εφηβική του ηλικία και βοηθούσε την μητέρα του στις δουλειές του σπιτιού.
Μετά έφυγε στην Αθήνα, όπου εργαζόταν ως μικρέμπορος. Ήταν πολύ δραστήριος και απέφευγε την πονηρία και την αδικία. Τότε άρχισε να μελετά τα πατερικά βιβλία και τον ενθουσίαζαν οι βίοι των μεγάλων ασκητών.
Μετά από ένα συγκλονιστικό όνειρο, έφυγε για το Άγιον Όρος. Στην κορυφή του Άθωνα, κατά την εορτή της Μεταμορφώσεως, γνώρισε τον γέροντα Αρσένιο, που έγινε ο μόνιμος συνασκητής του και δεν χώρισαν ποτέ.
Υποτάχτηκαν στον γέροντα Εφραίμ, που είχε την Καλύβη του Ευαγγελισμού στα Κατουνάκια. Μετά τον θάνατο του γέροντός τους, το 1938, μετακόμισαν στις απόκρημνες σπηλιές της Μικράς Αγίας Άννας. Σε ένα από τα σπήλαια υπήρχε η εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου. Εκεί διαμόρφωσαν τον χώρο και έμειναν μέχρι το 1947. Σε αυτό το ταπεινό εκκλησάκι ασκήθηκαν τα πνευματικά του παιδιά, μεταξύ των οποίων είναι ο γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεϊτης, ο μετέπειτα της Αριζόνα, που έχει ιδρύσει μέχρι σήμερα 17 Μοναστήρια στην Αμερικανική Ήπειρο, ο Γαβριήλ ο Διονυσιάτης, ο Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός και ο Εφραίμ ο Κατουνακιώτης.
Το έτος 1951 μεταφέρθηκαν στη Νέα Σκήτη, στην Καλύβη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπου παρέμεινε μέχρι την κοίμησή του, που συνέβη στις 15 Αυγούστου 1959, εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Αποφθέγματα
-
Η ζωή του ανθρώπου είναι θλίψη, διότι είναι στην εξορία. Μη ζητείς τέλεια ανάπαυση. Ο Χριστός μας σήκωσε το Σταυρό, και εμείς θα σηκώσουμε. Όλες τις θλίψεις, εάν τις υπομείνουμε, βρίσκουμε Χάρη παρά Κυρίου. Γι αυτό μας αφήνει ο Κύριος να πειραζόμαστε, για να δοκιμάζει τον ζήλο και την αγάπη, που έχουμε προς Αυτόν. Γι αυτό χρειάζεται υπομονή. Χωρίς υπομονή δεν γίνεται ο άνθρωπος πρακτικός, δεν μαθαίνει τα πνευματικά, δεν φθάνει σε μέτρα αρετής και τελειώσεως.
-
Παραιτήσου από το δικό σου θέλημα, για να βρεις ειρήνη ψυχής. Γιατί το θέλημα του ανθρώπου έχει γίνει χάλκινο τείχος και εμποδίζει τον φωτισμό και την ειρήνη
-
Εσύ νομίζεις ότι δεν έφθασεν η φωνή σου εις τους Αγίους, εις την Παναγίαν μας, εις τον Χριστόν. Μα προτού εσύ φωνάξεις, οι Άγιοι έσπευσαν εις βοήθειάν σου γνωρίζοντες ότι θα τους επικαλεσθείς και θα ζητήσεις την εκ Θεού προστασίαν τους. Όμως εσύ, μη βλέπων πέραν αυτών που φαίνονται και μη γνωρίζων το πώς ο Θεός κυβερνά τον κόσμον, θέλεις ευθύς ως αστραπή να γίνεται το θέλημά σου. Όμως δεν είναι έτσι. Ο Κύριος ζητεί υπομονήν. Θέλει να δείξεις την πίστη σου. Δεν είναι μόνη η προσευχή, όπου να λέγει κανείς ωσάν παπαγάλος…
-
Πρόσεχε να μην κατακρίνεις. Διότι από αυτό παραχωρεί ο Θεός και φεύγει η Χάρη και σε αφήνει ο Κύριος να πέφτεις, να ταπεινώνεσαι, να βλέπεις τα δικά σου σφάλματα. Αλλά όταν υποχωρεί η Χάρη για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος, τότε γίνονται όλα σαρκικά και πέφτει η ψυχή. Συ όμως τότε, μη χάνεις την προθυμία σου, αλλά φώναζε διαρκώς την ευχή με βία, με ζόρι, με πόνο πολύ. «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Και πάλι πολλές φορές, το ίδιο συνεχώς. Και σαν να ατενίζεις νοερά τον Χριστό να του λέγεις: «Δόξα σοι, δόξα σοι, ο Θεός μου». Και υπομένοντας, πάλι θα έλθει η Χάρη, πάλι η χαρά. Όμως και πάλι ο πειρασμός και η λύπη, η ταραχή και τα νεύρα. Αλλά και πάλιν αγώνας, νίκη, ευχαριστία. Και αυτό γίνεται μέχρις ότου σιγά- σιγά καθαρίζεσαι από τα πάθη και γίνεσαι πνευματικός.
-
Φάρμακα είναι οι πειρασμοί και βότανα ιατρικά, όπου θεραπεύουν τα φανερά πάθη και τις αόρατες πληγές μας. Έχε λοιπόν υπομονήν, δια να κερδίζεις καθ’ εκάστην και να ταμιεύεις μισθόν και ανάπαυσιν και χαράν εις την ουράνιον Βασιλείαν. Διότι έρχεται νυξ, η του θανάτου, και ουδείς πλέον δύναται εργάζεσθαι. Δια τούτο σπεύσον. Ολίγος ο καιρός.